- Η πεπτικότητα μίας ζωοτροφής είναι το ποσοστό των θρεπτικών συστατικών που υφίστανται πέψη και απορρόφηση από τον οργανισμό σε σχέση με τα συνολικά θρεπτικά συστατικά που περιέχει η ζωοτροφή.
- Αυτό σημαίνει ότι ένα ζώο δε μπορεί να αφομοιώσει πλήρως τα θρεπτικά συστατικά κάθε ζωοτροφής που καταναλώνει και ένα μέρος τους χάνεται.
- Κάθε μια ζωοτροφή έχει το δικό της Συντελεστή Πεπτικότητας ο οποίος έχει υπολογιστεί με διάφορα πειράματα που γίνονται σε κάθε είδος ζώου και σε κάθε παραγωγικό στάδιο των ζώων, ακόμα και σε διαφορετικές φυλές.
Παρακάτω βρίσκονται ορισμένοι παράγοντες που μπορούν να επηρεάζουν την πεπτικότητα μιας ζωοτροφής:
1 – Το είδος του ζώου (ο τύπος του πεπτικού συστήματος).
- Τα μηρυκαστικά ζώα όπως για παράδειγμα τα πρόβατα και τα κατσίκια πέπτουν καλύτερα τις Ινώδεις Ουσίες μέσω των μικροοργανισμών που βρίσκονται στον πεπτικό τους σωλήνα. Αντίθετα, τα παμφάγα ζώα όπως τα γουρούνια και οι κότες (όπου το πεπτικό τους σύστημα δε βασίζεται στην πέψη των θρεπτικών συστατικών από τη μικροχλωρίδα και την μικροπανίδα του πεπτικού σωλήνα), πέπτουν καλύτερα το άμυλο και τα σάκχαρα μέσα από τις ζωοτροφές.
- Μια από τις πιο γνωστές διακρίσεις γίνεται μεταξύ των καρπών σιταριού και κριθαριού, όπου προτιμάται η χορήγηση του καρπού του κριθαριού στα μηρυκαστικά ζώα ενώ αντίθετα η χορήγηση του καρπού του σιταριού στα γουρούνια και τις κότες.
2 – Η περιεκτικότητα της τροφής σε ινώδεις ουσίες.
- Οι ζωοτροφές με μικρή περιεκτικότητα σε Ινώδεις Ουσίες έχουν υψηλούς συντελεστές πεπτικότητας, επειδή τα τοιχώματα των κυττάρων πέπτονται εύκολα από τα πεπτικά υγρά. Έτσι, οι Συμπυκνωμένες Ζωοτροφές (ΣΖ) έχουν μεγαλύτερο Συντελεστή Πεπτικότητας από τις Χονδροειδείς Ζωοτροφές (ΧΖ).
- Για παράδειγμα, όταν θέλουμε να καθυστερήσουμε το ρυθμό πέψης των θρεπτικών συστατικών, όπως συμβαίνει σε περιπτώσεις διάρροιας, τότε σταματάμε τη χορήγηση των Συμπυκνωμένων Ζωοτροφών (δημητριακοί καρποί, μίγματα) και χορηγούμε ζωοτροφές με υψηλό ποσοστό ινωδών ουσιών όπως είναι οι Χονδροειδείς Ζωοτροφές (άχυρο, σανός).
3 – Η θρεπτική αναλογία των ζωοτροφών
(Δηλαδή η σχέση της πεπτής πρωτεΐνης προς τις πεπτές μη αζωτούχες ουσίες και τις λιπαρές ουσίες x 2,25).
- Όσο ευρύτερη είναι η θρεπτική αναλογία, τόσο μικρότερος είναι ο Συντελεστής Πεπτικότητας μιας ζωοτροφής. Η κανονική θρεπτική αναλογία πρέπει να είναι 1:6 για τα νεαρά ζώα, ενώ για τα ενήλικα πρέπει να είναι μεταξύ 1:8 και 1:10.
- Η συγκεκριμένη θρεπτική αναλογία υπολογίζεται μέσω εξειδικευμένων προγραμμάτων κατάρτισης σιτηρεσίων για αγροτικά ζώα και δε μπορεί να συμπεριληφθεί όταν η κατάρτιση ενός σιτηρεσίου γίνεται με άλλες μεθόδους.
4 – Η περιεκτικότητα αμύλου.
- Η υψηλή περιεκτικότητα αμύλου στα σιτηρέσια των μηρυκαστικών προκαλεί μείωση της πεπτικότητας των θρεπτικών συστατικών των ζωοτροφών.
- Αυτός είναι και ένας από τους πολλούς λόγους που στην κατάρτιση μιγμάτων για πρόβατα και κατσίκια αποφεύγεται για παράδειγμα η συγκέντρωση καλαμποκιού να ξεπερνά το 50 – 55 % και συνολικά καλαμπόκι με κριθάρι το 70 %.
5 – Η ταχύτητα διόδου της τροφής.
- Η υπερβολικά ταχεία δίοδος της τροφής από τον πεπτικό σωλήνα (διάρροια, υπερβολική ποσότητα τροφής) επιφέρει μείωση του Συντελεστή Πεπτικότητας, όπως επίσης και η υπερβολικά βραδεία δίοδος, κατά την οποία προκαλούνται άχρηστες ή ακόμη και επιβλαβής ζυμώσεις.
- Για το λόγο αυτό, η καθημερινή χορήγηση ζωοτροφών θα πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τις πραγματικές ανάγκες των ζώων και τις αποδόσεις τους, διαφορετικά θα έχουμε είτε σπατάλη τροφής, είτε δημιουργία μικρών ή μεγαλύτερων προβλημάτων στα ζώα. Για το λόγο αυτό τα σιτηρέσια στα μηρυκαστικά ζώα όπως πρόβατα και κατσίκια θα πρέπει να διαμορφώνονται περίπου κάθε 2 μήνες.
6 – Η προπαρασκευή της τροφής.
- Ο Συντελεστής Πεπτικότητας των Συμπυκνωμένων Ζωοτροφών (δημητριακοί καρποί) αυξάνεται με την άλεση ή το σπάσιμο σε όλα τα αγροτικά ζώα. Αντίθετα, ο τεμαχισμός ή η άλεση των Χονδροειδών Ζωοτροφών (άχυρο, σανός κλπ) στα μηρυκαστικά δεν είναι και τόσο απαραίτητος και πολλές φορές όταν γίνεται επιφέρει αρνητικά αποτελέσματα, διότι επιφέρει αύξηση της ταχύτητας διόδου της τροφής από τους προστομάχους.
- Στα πρόβατα και κατσίκια υψηλής γαλακτοπαραγωγής, όπου οι ανάγκες για θρεπτικά συστατικά είναι ιδιαίτερα αυξημένες, όπως επίσης και στα αρνάκια και κατσικάκια που βρίσκονται στην ανάπτυξη, ο τεμαχισμός/σπάσιμο ή η μέτρια άλεση των ζωοτροφών βοηθά στην καλύτερη και πιο άμεση πρόσληψη των θρεπτικών συστατικών μέσα από τις ζωοτροφές και παράλληλα αποφεύγεται η απώλεια θρεπτικών συστατικών, δηλαδή η σπατάλη των ζωοτροφών.